εφοπλιστής — ο ο ιδιοκτήτης πλοίων, ο πλοιοκτήτης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ευγενίδης, Ευγένιος — (Διδυμότειχο 1882 – Βεβέ, Ελβετία 1954). Εφοπλιστής, επιχειρηματίας και ευεργέτης. Μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο ξυλείας και ίδρυσε ναυπηγεία. Το 1923 ήρθε στον Πειραιά συνεχίζοντας την επιχειρηματική του… … Dictionary of Greek
Λάτσης, Γιάννης — (Κατάκωλο Ηλείας 1910 – 2003). Εφοπλιστής και επιχειρηματίας. Σπούδασε στη σχολή πλοιάρχων του Εμπορικού Ναυτικού στον Πύργο. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του σε ένα εμπορικό φορτηγό που μετέφερε σταφίδα στην Ιταλία, φτάνοντας έως τον βαθμό του… … Dictionary of Greek
Dimitris Nikolaidis — For other uses, see Nikolaidis. Dimitris Nikolaidis Born 1922 Asia Minor (now Turkey) Died January 1993 Athens, Greece … Wikipedia
Константакопулос, Василис — Василис Константакопулос греч. Βασίλης Κωνσταντακόπουλος Род деятельности: предприниматель, меценат … Википедия
εφοπλιστικός — ή, ό [εφοπλιστής] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον εφοπλισμό ή στον εφοπλιστή («εφοπλιστικές επιχειρήσεις», «εφοπλιστικοί κύκλοι») … Dictionary of Greek
ναυτικό — Το σύνολο των πλοίων και των κάθε είδους πλωτών μέσων, των λιμανιών, των ναυτικών εγκαταστάσεων και των πληρωμάτων, με τα οποία αναπτύσσεται η ανθρώπινη δραστηριότητα στη θάλασσα. Διακρίνεται στο εμπορικό ν. ή εμπορική ναυτιλία, που ασχολείται με … Dictionary of Greek
πλωτικός — ή, ό / πλωτικός, όν, ΝΑ [πλωτός] νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πλου («πλωτικά προβλήματα») 2. το θηλ. ως ουσ. η πλωτική η επιδεξιότητα στην πλεύση αρχ. 1. το αρσ. ως ουσ. ὁ πλωτικός έμπειρος ναύτης, θαλασσινός 2. φρ. «πλωτικὸς… … Dictionary of Greek
συνεφοπλισμός — ο, Ν ναυτ. συμπλοιοκτησία. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + εφοπλισμός (< ἐφοπλίζω «ετοιμάζω, παρασκευάζω»), πρβλ. εφοπλιστής] … Dictionary of Greek
Ανδρεάδης, Στρατής — (Βροντάδες, Χίος 1905 – 1984). Νομικός, τραπεζίτης, εφοπλιστής και καθηγητής πανεπιστημίου. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο πανεπιστήμιο του Παρισιού, όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας. Άρχισε την… … Dictionary of Greek